Απόφαση της 3ης Συνδιάσκεψης του Νέου Αριστερού Ρεύματος
5-6 Ιούνη 1993
-
Ο κοινωνικός πόλεμος σε παροξυσμό.
-
Η απάντηση του αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου και της εργατικής πολιτικής.
-
Τα συγκεκριμένα μέτωπα και τα αριστερά προγράμματα πάλης.
-
Δρόμοι προώθησης της εργατικής πολιτικής και του αριστερού μετώπου.
Α. Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΕ ΝΕΟ ΠΑΡΟΞΥΣΜΟ
Ι. Συμπληρώνονται ήδη δύο δεκαετίες από τα πρώτα βήματα εφαρμογής της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου ο κόσμος της εργασίας δέχθηκε στρατηγική ήττα. Σε παγκόσμια κλίμακα και στη χώρα μας, με περισσότερες ή λιγότερες αντιφάσεις και αντιστάσεις, οι αναδιαρθρώσεις που επιχείρησε το κεφάλαιο σε μεγάλο βαθμό πέρασαν, έγιναν υλική πραγματικότητα. Αυτή η πραγματικότητα επιδρά σήμερα καθοριστικά στην αντικειμενική θέση, τη συνείδηση και την πολιτική συμπεριφορά των εργαζομένων και της νεολαίας. Ένα νέο πιο εκμεταλλευτικό κοινωνικοπολιτικό τοπίο έχει πλέον διαμορφωθεί, προκαλώντας τους επαναστάτες του σήμερα να ανιχνεύσουν τους δρόμους και τις προϋποθέσεις της αντικαπιταλιστικής ανατροπής και της κομμουνιστικής απελευθέρωσης ακριβώς στο έδαφος αυτής της πραγματικότητας.
Ωστόσο, σήμερα ο δυναμισμός της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης μοιάζει να ανακόπτεται, το ίδιο και τα καύσιμα που πρόσφερε η κατάρρευση των «σοσιαλιστικών» χωρών και των ΚΚ της Δύσης.
Ο πληθωρισμός και τα δημόσια ελλείμματα αυξάνονται, η ύφεση και η στασιμότητα σταθεροποιούνται, οι νομισματικές κρίσεις χτυπούν απρόβλεπτα και συχνά σαρωτικά, η ανεργία, η φτώχεια, η «περιθωριοποίηση» βγαίνουν από τα στενά όρια του «τρίτου» η έστω του «τέταρτου κόσμου» των γκέτο, αγγίζοντας ευρύτερα τμήματα των εργαζομένων.
Ταυτόχρονα ο «υπαρκτός νεοφιλελευθερισμός», σαν πολιτικό και ιδεολογικό σύστημα ενσωμάτωσης των εργαζομένων, χάνει τη «φρεσκάδα» και την επιθετικότητα που τον χαρακτήριζε. Η πολιτική κυρίως, αλλά και η ιδεολογική φθορά του περιπλέκεται —και από μία άποψη οφείλεται και σε ρεύματα κοινωνικής διαμαρτυρίας που εκδηλώθηκαν τα τελευταία χρόνια, στην καρδιά του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Πρόκειται βέβαια για λαϊκές η νεολαιίστικες εκρήξεις και όχι για ένα συγκροτημένο ριζοσπαστικό-αντικαπιταλιστικό κίνημα. Όμως θα ήταν τεράστιο λάθος να υποτιμηθεί η σημασία τους.
Αυτά τα φαινόμενα οξύνονται από την ένταση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που φέρνουν την ιμπεριαλιστική και τη στρατιωτική βία στο διεθνές προσκήνιο, κλονίζουν τα σημερινά δεδομένα των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων (βλ. Μάαστριχτ) αναζητώντας νέες ανώτερες και πιο αντιλαϊκές ισορροπίες, ενισχύοντας τον εθνικισμό, το ρατσισμό, το φασισμό, συνθλίβοντας με τη σιδερένια φτέρνα της «νέας τάξης» και του κοινωνικού πολέμου τα δικαιώματα των εργαζομένων στο εσωτερικό κάθε χώρας.
Πιο φανερή γίνεται η κρίση του κυρίαρχου αστικού πολιτικού συστήματος. Το γενικότερο λαχάνιασμα της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης, οι σημαντικές αλλαγές στο ρόλο και τη λειτουργία του κράτους με βάση και το «λιγότερο κράτος» του νεοσυντηρητισμού, η ισχυροποίηση του οικονομικού και πολιτικού ρόλου των πολυεθνικών μονοπωλίων, απαιτούν νέες απευθείας μορφές πολιτικής παρέμβασης και οργάνωσης των συμμαχιών τους, υπονομεύουν το σημερινό ρόλο και τη φυσιογνωμία των κομμάτων και των συνδικάτων και τις δυνατότητες επικοινωνίας και πολιτικής χειραγώγησης των λαϊκών στρωμάτων με τη σημερινή τους μορφή τουλάχιστον.
Το σημερινό πολιτικό καθεστώς βρίσκεται στο τέλος του. Το μοναδικό πραγματικό δίλημμα είναι αν αυτή η παρατεταμένη και ανήσυχη εγκυμοσύνη θα φέρει στη ζωή μια νέα αστική τερατογένεση ή ένα αυθεντικό επαναστατικό ρεύμα εργατικής πολιτικής.
II. Διανύουμε, συνεπώς, μια περίοδο καμπής, όπου κυοφορούνται νέες σοβαρές αντεπαναστατικές τομές σ’ όλα τα επίπεδα, με κατεύθυνση όχι κάποιο νέο ρεφορμιστικό «κοινωνικό συμβόλαιο», αλλά ένα νέο πιο επιθετικό παροξυσμό του κοινωνικού πολέμου, Αυτές οι επιθετικές κινήσεις του κεφαλαίου είναι έκφραση της δύναμης αλλά και της αδυναμίας του. Παρά τη δραματική υπεροπλία του κεφαλαίου, δημιουργούνται ορισμένες δυνατότητες για την ανάπτυξη ενός σύγχρονου αντικαπιταλιστικού ρεύματος. Η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων, η επανασύνδεση του καπιταλισμού με την έννοια της πιο βαθιάς κοινωνικής οπισθοδρόμησης για σημαντικά τμήματα των εργαζομένων και νεολαίας, βάζουν όλες τις διάσπαρτες δυνάμεις της αριστερής εργατικής σκέψης και πράξης, μπροστά στην επείγουσα ανάγκη να συμβάλλουν στην εμφάνιση της εργατικής πολιτικής στο προσκήνιο με υπολογίσιμους και ανεξάρτητους από την κυρίαρχη πολιτική όρους.
III. Τα κρισιακά φαινόμενα που διαπερνούν το κόσμο του κεφαλαίου παίρνουν στην Ελλάδα ακόμα πιο περίπλοκες μορφές, καθώς τροφοδοτούνται επιπλέον από το απολιθωμένο πολιτικό σύστημα, από τη μη ολοκλήρωση του πρώτου κύματος της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης, από τη μη αναστρέψιμη κρίση που διαπερνά τη μεταπολιτευτική στρατηγική της ελληνικής ολιγαρχίας (για προσκόλληση στην πρώτη ταχύτητα της ΕΟΚικής ολοκλήρωσης), από την όξυνση του ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των ντόπιων ολιγαρχιών στην περιοχή των Βαλκανίων.
Σήμερα επιλέγεται η «φυγή προς τα μπρος» —με καύσιμη ύλη τα λαϊκά δικαιώματα τον ίδιο τον κόσμο της ζωντανής εργασίας— μιας ισχνής, αλλά ισχυρής μονοπωλιακής πολυκλαδικής αφρόκρεμας με πολυεθνική διαπλοκή, σύγχρονη τεχνολογία και ευρωπαϊκές δυνατότητες, η οποία πρωτοστατώντας στην προώθηση μιας άνευ προηγουμένου αντιδραστικής επίθεσης θα καταδικάζει στο τέλμα της βαρβαρότητας το σύνολο της κοινωνίας, θα οδηγεί σε μια χωρίς όρια αυταρχικοποίηση του καθεστώτος.
Στα Βαλκάνια, η ελληνική ολιγαρχία χωρίς να εγκαταλείψει πλήρως τη γραμμή της συμμετοχής και της αξιοποίησης πολεμικών τυχοδιωκτισμών η τη διεκδίκηση κάποιου πρωταγωνιστικού ρόλου, πριμοδοτεί τώρα κυρίως μια πολιτική οικονομικής διείσδυσης και υποδούλωσης γειτονικών χωρών. Με το ενιαίο δίπολο ευρωπαϊσμός-εθνικισμός κλιμακώνει την επίθεση στο εσωτερικό.
Σοβαρές ανακατατάξεις προετοιμάζονται στο πολιτικό σκηνικό. Οι αλλαγές θα είναι πιο εντυπωσιακές από μια απλή αλλαγή ηγεσιών ή από μια κυβερνητική αλλαγή φρουράς. Οι εκλογικές αναμετρήσεις της επόμενης τριετίας (βουλευτικές, ευρωεκλογές, προεδρικές, δημοτικές) θα είναι οι δοκιμαστικοί σωλήνες για την προώθηση της πιο κατάλληλης αναδιάταξης που θα εκφράσει τις αναγκαιότητες της νέας αστικής στρατηγικής.
Τα πολιτικά κόμματα και οι μάζες που επηρεάζουν θα βρεθούν στη δίνη αυτού του πολιτικού ανεμοστρόβιλου. Επιδιώκεται να αναμορφωθεί και να συμπληρωθεί η βεντάλια του συστήματος της αστικής κυριαρχίας με νέους πολιτικούς σχηματισμούς. Η δημιουργία της κίνησης Σαμαρά μπορεί με το χαρτί του «εθνικού» και της «ανανέωσης» να φέρει ανακατατάξεις σε αντιδραστική εθνικιστική κατεύθυνση όχι μόνο στο χώρο της ΝΔ αλλά και στο χώρο του ΠΑΣΟΚ. .
Η Ν.Δ. έχει χρεωθεί με την αντιλαϊκή πολιτική της, δημιουργώντας ένα αντικυβερνητικό, αντιδεξιό ρεύμα ειδικά στη εργατική τάξη και τη νεολαία. Η πολιτική που προωθεί δεν είναι η επιστροφή της «επάρατης Δεξιάς», αλλά η εφαρμογή του αστικού εκσυγχρονιστικού και ΕΟΚικού μοντέλου. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόφαση της 3ης Συνδιάσκεψης του Νέου Αριστερού Ρεύματος»